Identity area
Type of entity
Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου
Authorized form of name
ΠΑΕΓΑΕ - Προνομιουχος Ανωνυμος Εταιρια Γενικων Αποθηκων Ελλαδος ΑΕ
Parallel form(s) of name
Standardized form(s) of name according to other rules
Other form(s) of name
Identifiers for corporate bodies
Description area
Dates of existence
History
Το 1896 ξεκίνησε ο θεσμός των «Γενικών Αποθηκών» ξεκίνησε στην Ελλάδα βάσει του νόμου ΒΥΙΗ/1896. Το 1907 ιδρύθηκε η «ΠΡΟΝΟΜΙΟΥΧΟΣ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΓΕΝΙΚΩΝ ΑΠΟΘΗΚΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» με έδρα την Αθήνα, στην οποία εκχωρήθηκε από το Ελληνικό κράτος το δικαίωμα της σύστασης και λειτουργίας «Γενικών Αποθηκών». Στα 1908, το δεύτερο χρόνο λειτουργίας της, είχε παρουσία σε πέντε πόλεις της Ελλάδας, εκδίδοντας την πρώτη "Απόδειξη Αποθηκεύσεως" στο Βόλο ενώ τις επόμενες δεκαετίες η εταιρεία επέκτεινε τη δραστηριότητά της, εξαπλώνοντας το δίκτυο των καταστημάτων της σε πάνω από 30 πόλεις στην ηπειρωτική και νησιωτική Ελλάδα.
Στην Θεσσαλονίκη, επέκτεινε τις δραστηριότητές της μετά την ενσωμάτωση της Μακεδονίας στο Ελληνικό κράτος. Στην πρώτη προβλήτα (τότε ονομαζόταν Ανατολικός Λιμένας) νοίκιαζε την Αποθήκη 8
Η μεγάλη Αποθήκη που φέρει το όνομά της κτίστηκε το 1927 από την κατασκευαστική εταιρεία ΤΕΚΤΩΝ για να καλύψει τις αυξημένες ανάγκες αποθήκευσης στην Ελευθέρα Ζώνη και η κατασκευή του κόστισε 22.000 χρυσές λίρες, ενώ η αρχική δαπάνη είχε προϋπολογιστεί άνω των 12 εκατομμυρίων δρχμ. Το κτίριο είχε επιφάνεια 3.000 τμ ανά όροφο και απαρτίζεται από τέσσερις ορόφους. Την εποχή της κατασκευής του θεωρήθηκε καινοτομία η εξ ολοκλήρου κατασκευή του από μπετόν αρμέ. Σύμφωνα με το εντυπο του ΤΕΕ «η θεμελίωσις του κτιρίου τούτου παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, αφ’ ενός μεν λόγω του γνωστού ασταθούς εδάφους εν τη περιοχή της ελευθέρας ζώνης Θεσσαλονίκης, αφ’ ετέρου δε λόγω των σημαντικών βαρών των συγκεντρωμένων εις έκαστον υποστύλωμα, των προερχομένων εκ των μεγάλων επιφορτώσεων με τα οποία υπελογίσθησαν τα διάφορα πατώματα». Η Εταιρία Τέκτων διέθετε τότε, σύμφωνα με το ίδιο έντυπο, το αποκλειστικό προνόμιο της εφαρμογής στην Ελλάδα «του παγκοσμίως γνωστού συστήματος πασσάλων εκ μπετόν-αρμέ «Franki» το οποίο και εφάρμοσε. Συγκεκριμένα, παρήγγειλε από την εταιρία «Societe Internatioale des Pieux Armes Frankignoul» τα αναγκαία μηχανήματα «δια την εντός του εδάφους κατασκευήν των εκ μπετόν αρμέ πασσάλων, και δη μέχρι βάθους 14 μέτρων». (Έργα, τ. 36, 1926, σ. 310)
Το 1933, ο αντιπολιτευτικός τύπος κατήγγειλε την κυβέρνηση του Παναγή Τσαλδάρη και συγκεκριμένα τον υπουργό Οικονομικών Σ. Λοβέρδο και υπουργό Εθνικής Οικονομίας Γ. Πεσματζόγλου για πρωτοφανές και ανήκουστο σκάνδαλο. Σύμφωνα με απόφαση του υπουργού Οικονομικών, χαρίστηκαν στην Εταιρεία Γενικών Αποθηκών 10 εκ δρχ. Συγκεκριμένα, υπογράφθηκε μια σύμβαση σύμφωνα με την οποία εκχωρείται στην ΠΑΕΓΑ «το δικαίωμα της αμέσου εκ των πλοίων παραδόσεως και αποταμιεύσεως εις τας αποθήκας της υποκειμένων [σε λιμενικούς φόρους] εμπορευμάτων», ακόμη και σε λιμένες που υφίστανται ελεύθερες ζώνες, όπως στην Θεσσαλονίκη και τον Πειραιά. Ουσιαστικά, παραχωρείται σε μια τρίτη εταιρεία ένα δικαίωμα που μέχρι τότε το κράτος διατηρούσε για τους οργανισμούς δημοσίου συμφέροντος. Η εφημερίδα Μακεδονία σημειώνει πως με αυτόν τον τρόπο «αχρηστεύονται» οι δύο ελεύθερες ζώνες καθώς η ΠΑΕΓΑ θα μπορεί να ελαττώσει το τιμολόγιο. Βέβαια, για τα δύο κεντρικά λιμάνια επιτρέπεται η μεταφορά εμπορευμάτων σε αποθήκες της εταιρίας εκτός του περιβόλου της ζώνης. Ωστόσο, η αντιπολιτευτική εφημερίδα επισημαίνει τον κίνδυνο λαθρεμπορίας. Η Επιτροπεία της ΕΖΘ και ο πρόεδρός της Στ. Γρηγοριάδης διαμαρτυρήθηκε, ενώ σημείωσε πως η κυβέρνηση δεν τον είχε ενημερώσει παρότι ήταν σε καθημερινές συνομιλίες. Μάλιστα, σύμφωνα με την εφημερίδα Μακεδονία, «χαρακτηριστική και λίαν τιμητική δι’ αυτά υπήρξεν η στάσις των αντιβενιζελικών μελών της Επιτροπείας τα οποία ετόνισαν ότι δεν ειμπόρουν να επικροτήσουν πράξεις ωρισμένων Καρχαριών». (Μακεδονία, 20/8/1933) Το νέο νομοθετικό πλαίσιο υποστήριξε ο τοπικός φιλοκυβερνητικός τύπος προκαλώντας νέες κατηγορίες από τον αντιπολιτευτικό ότι υπονομεύεται η ανάπτυξη της πόλης και όλα όσα με τόσο κόπο φτιάχτηκαν. (Μακεδονία, 21/8/1933) Ωστόσο, όπως προκύπτει από τις συζητήσεις τις επιτροπείας της ΕΖΘ, σε περίπτωση απ’ ευθείας μεταφοράς και αποθήκευσης εμπορευμάτων ο νέος νόμος προβλέπει τη χορήγηση ειδικής άδειας από το Τελωνείο. Ο διευθυντής του τελωνείου και μέλος της επιτροπείας δεσμεύθηκε να προστατέψει τα συμφέροντα της ΕΖΘ σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Επιτροπή από μέλη της επιτροπείας της ΕΖΘ επισκέφθηκε την Αθήνα για να συζητήσει το θέμα με την κυβέρνηση. Τελικά, το υπουργείο δήλωσε πως δεν επιθυμεί να θίξει τα δικαιώματα της ΕΖΘ και ότι θα συνταχθούν «ερμηνευτέες εγκύκλιοι» (Μακεδονία, 24, 29/8/1933, 1/9/1933)
Το κτίριο της ΠΑΕΓΑ στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης στέγασε αποθηκευτικούς χώρους μέχρι το 1940 και κατά την περίοδο του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου επιτάχθηκε από τους Γερμανούς, μέχρι και την αποχώρησή τους το 1945. Την περίοδο 1947 –1955 στέγασε υλικό για λογαριασμό της διασυμμαχικής οργάνωσης αρωγής και αποκατάστασης (UNRRA), ενώ από το 1953 και μετά επαναλειτουργεί ως αποθήκη της Προνομιούχου Ανωνύμου Εταιρείας Γενικών Αποθηκών Ελλάδος. Το1972, στεγάζεται στους 2ο και 3ο όροφο η γερμανική εταιρεία ενδυμάτων Von Baum. Τόσο οι χώροι του ισογείου, όσο και του 1ου ορόφου εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούνται από την ΠΑΕΓΑ. Οι δύο εταιρείες συστεγάζονται μέχρι το 1982, οπότε το κτίριο πέρασε στην ιδιοκτησία του Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης. Το κτίριο είναι ένα από τα μεγαλύτερα κτίρια του Λιμένα της Θεσσαλονίκης, με συνολική έκταση 13872 τετραγωνικών μέτρων και αποτελεί ένα από τα υψηλότερα κτίριά του, το οποίο δεσπόζει επάνω στο θαλάσσιο μέτωπο. Είναι συνδεδεμένο με τη λειτουργία της Ελευθέρας Ζώνης του ΟΛΘ, την ιστορία των μεταφορών και αποθήκευσης εμπορευμάτων στο λιμάνι, αλλά και της μεταποίησης αγαθών. Παρουσιάζει επίσης κατασκευαστικό ενδιαφέρον καθώς είναι από τα πρώτα κτίρια της πόλης για τη θεμελίωση του οποίου χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της πασσαλόπηξης (πάσσαλοι Franki), καθώς είναι χτισμένο σε επισφαλές έδαφος δίπλα στη θάλασσα.